Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

Γιατί λέμε όχι στις συγχωνεύσεις

Οι συγχωνεύσεις των σχολείων δε γίνονται για παιδαγωγικούς λόγους, όπως επιχειρεί να προβάλει προπαγανδιστικά η κυβέρνηση. Γίνονται καθαρά για οικονομικούς λόγους, που θέτουν όμως ουσιαστικά επί τάπητος ουσιώδη ερωτήματα, όπως γιατί πληρώνουμε φόρους σε ένα κράτος, αν δεν μπορεί να μας εξασφαλίσει στοιχειώδεις υπηρεσίες όπως είναι τα σχολεία, τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας; Δεν μπορεί να υπάρχουν λεφτά για ενίσχυση των τραπεζών, αλλά να μην υπάρχουν για στήριξη των σχολείων. Ακολουθούνται μάλιστα πρωτοφανείς μεθοδεύσεις, κάποιες συγχωνεύσις γίνονται ερήμην των άμεσα ενδιαφερόμενων (π.χ. κατάργηση σχολείου Καμισιανών) εν κρυπτώ, χωρίς την πολυδιαφημιζόμενη «διαβούλευση» με τους τοπικούς φορείς (μυστικοσυμβούλια ερήμην του Συλλόγου Δασκάλων)
Από πότε έγινε παιδαγωγικός κανόνας η αύξηση του αριθμού μαθητών σε ένα τμήμα; Μέχρι τώρα πάντως, άλλα μας έλεγαν τα Πανεπιστήμια κι η επιστήμη της Παιδαγωγικής, ότι όσο πιο λίγα είναι τα παιδιά σε ένα τμήμα, τόσο περισσότερο διευκολύνεται η μάθηση, καθώς ο δάσκαλος έχει περισσότερο χρόνο να αφιερώσει στο κάθε παιδί προσωπικά, βοηθώντας το στις ασκήσεις, εξηγώντας του κάτι που δεν κατάλαβε. Γι’ αυτό και τα φροντιστήρια διαφημίζουν τα ολιγομελή τμήματά τους. Την ίδια ώρα τα ολιγομελή τμήματα στο δημόσιο σχολείο προβάλλονται από την κυβερνητική προπαγάνδα ως «αντιπαιδαγωγικά»!
Το κάθε παιδί σε ένα μικρό τμήμα έχει την ευκαιρία να μιλήσει καθημερινά, κάθε ώρα του μαθήματος, εκφράζοντας τη γνώμη και τις απορίες του. Αντίθετα, όσο πιο μεγάλος είναι ο αριθμός μαθητών σε ένα τμήμα, τόσο λιγότερες είναι οι ευκαιρίες για κάθε μαθητή να ακουστεί στην τάξη του, να λυθούν οι απορίες του, να βοηθηθεί. Αυτό είναι και η κύρια πηγή της διάσπασης της προσοχής των μαθητών και του πολλαπλασιασμού των φαινομένων επιθετικότητας μεταξύ των μαθητών. Όσο λιγότερες είναι οι ευκαιρίες κάποιου να ακουστεί, να μοιραστεί και να λύσει τα προβλήματά του, τόσο μεγαλύτερη είναι η οργή που αισθάνεται, τόσο ψάχνει άλλους τρόπους να ακουστεί, κάνοντας φασαρία, προσπαθώντας να φανεί, έστω και με αρνητικό τρόπο. Αυτός είναι και ο λόγος που σχολικά συγκροτήματα τύπου Γκράβας στην Αθήνα που συγκεντρώνουν μεγάλους αριθμούς μαθητών, αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγή, καθώς μετατρέπονται κυριολεκτικά σε ζούγκλα, με σοβαρά προβλήματα επιθετικότητας. Αποτελεί κοινοτοπία πλέον στον επιστημονικό κόσμο ότι η συγκέντρωση πολλών ανθρώπων σε μικρό χώρο, πολλαπλασιάζει την επιθετικότητά τους. Κι αυτό έχει σχέση τόσο με τις μικροσκοπικές αίθουσες διδασκαλίας όσο και με τις τσιμεντουπόλεις που φτιάχνουμε.
Γι’ αυτό και η συστέγαση 260 και πλέον μαθητών στο υπό συγχώνευση 3ο Δημοτικό (με κατάργηση ουσιαστικά του ιστορικού 4ου Δημοτικού Σχολείου Χανίων) όχι μόνο δε λύνει κανένα πρόβλημα, αντίθετα δημιουργεί επιπλέον προβλήματα: Τα δυο σχολεία σήμερα έχουν ήδη 2 τμήματα (Στ’ τάξης) με 27 μαθητές το καθένα, κατά παράβαση της ισχύουσας υπουργικής απόφασης που ορίζει ανώτατο όριο μαθητών τους 25 σε ένα τμήμα. Η προβολή του νέου συγχωνευμένου σχολείου ως «προτύπου ολοήμερου», θα ενισχύσει τη ροή μαθητών προς το σχολείο αυτό, δημιουργώντας πληθωρικά τμήματα, τα οποία δεν υπάρχει η δυνατότητα να μοιραστούν, καθώς δεν υπάρχουν αίθουσες γι’ αυτό. Την ίδια στιγμή, το γειτονικό 7ο Δημοτικό σχολείο έχει μικρούς αριθμούς μαθητών σε κάθε τμήμα, διαθέτει αίθουσες, αλλά κινδυνεύει να κλείσει ή να μετατραπεί σε γκέτο μεταναστών. Η πραγματική λύση είναι η ανακατανομή των μαθητών σε όλα τα σχολεία της πόλης, ώστε να μην υπάρχουν σχολεία γκέτο, σχολεία που κινδυνεύουν να κλείσουν και σχολεία που έχουν πληθωρικό αριθμό μαθητών.
Τα πράγματα στην ύπαιθρο είναι παρόμοια, κατά κάποιον τρόπο. Το κλείσιμο του σχολείου ενός χωριού σημαίνει επιπλέον χρόνο μεταφοράς των μαθητών στο γειτονικό χωριό, χρόνο που αφαιρείται από τον ελεύθερο χρόνο των παιδιών. Σημαίνει ακόμα μεγαλύτερα τμήματα, οπότε λιγοστεύουν οι ευκαιρίες των μαθητών της υπαίθρου να ακουστούν στην τάξη τους, λιγοστεύει ο χρόνος που ο δάσκαλος ασχολείται με το κάθε παιδί προσωπικά. Σημαίνει ακόμη, ότι το κράτος, αντί να δίνει χρήματα για να κρατήσει το σχολείο του χωριού, θα τα δίνει πλέον στο ΚΤΕΛ για τις επιπλέον μεταφορές. Τους κινδύνους που μπορεί να κρύβει η καθημερινή μετακίνηση των μαθητών με λεωφορεία ή ταξί προφανώς δεν τους υπολογίζει κανείς.
Επιπλέον, κλείνοντας το σχολείο ενός χωριού, κλείνει ένα κέντρο πολιτισμού, ενώ ταυτόχρονα ωθεί τον πληθυσμό της υπαίθρου να μετακινηθεί κοντά στο χώρο όπου παρέχονται οι υπηρεσίες που έχει ανάγκη, τα σχολεία και τα κέντρα υγείας. Έτσι συρρικνώνεται και μαραζώνει η ύπαιθρος, έτσι εγκαταλείπονται τα χωριά μας και συγκεντρώνεται όλος ο πληθυσμός στις πόλεις. Ιδιαίτερα όμως τώρα, στη μεγάλη οικονομική κρίση, με την ανεργία να καλπάζει, με τις καθημερινές απολύσεις εργαζόμενων, με τις περικοπές μισθών και συντάξεων, με τις αυξήσεις τιμών παντού, η κυβέρνηση θα έπρεπε να προβάλλει εναλλακτικές λύσεις. Τα ολοένα αυξανόμενα περιθωριοποιημένα στρώματα πληθυσμού των πόλεων αρχίζουν πλέον να πεινάνε κυριολεκτικά, άστεγοι εμφανίζονται πια σε όλες τις πόλεις. Ένα δειλό ρεύμα επιστροφής σε μικρές πόλεις και χωριά έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή του, είτε αξιοποιώντας οικογενειακές περιουσίες και σπίτια, είτε επιλέγοντας συνειδητά τη ζωή σε μικρή πόλη ή χωριό με ταυτόχρονη απασχόληση στη βιολογική γεωργία και τον οικοτουρισμό με μικρές μονάδες αναστηλωμένων σπιτιών. Αυτό το ρεύμα πρέπει να ενισχύσει η κυβέρνηση, ξαναζωντανεύοντας την ύπαιθρο, στηρίζοντας την παραγωγή και κατανάλωση τοπικών αγροτικών προϊόντων, την επισκευή παραδοσιακών σπιτιών και οικισμών ώστε να χρησιμοποιηθούν ως ξενώνες, ή να φιλοξενήσουν ανθρώπους που επιθυμούν να εγκαταλείψουν την Αθήνα και να απασχοληθούν στον αγροτικό τομέα, αντί να πεινάνε άνεργοι στην Αττική. Και το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει, ώστε να ξαναζωντανέψουν τα χωριά, είναι να κρατήσουμε και να ενισχύσουμε τα σχολεία και τα κέντρα υγείας, όπου αυτά υπάρχουν.
Για όλους αυτούς τους λόγους είμαστε κατά των συγχωνεύσεων των σχολείων। Το σχολείο είναι η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Το κλείσιμό του είναι η υποταγή στην «αδυσώπητη μοίρα», κι εμείς δεν είμαστε μοιραλάτρες, πιστεύουμε στους ανθρώπους που καθορίζουν οι ίδιοι το δικό τους μέλλον, ακριβώς όπως οι κάτοικοι των Καμισιανών κι όλων των άλλων περιοχών που αγωνίζονται να κρατήσουν το ζωντανό το σχολείο τους.
Φώτης Ποντικάκης
Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών Ν. Χανίων
Εκλεγμένος με το ψηφοδέλτιο της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης (ΕΑΚ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: